Η πολιτική μεταβολή στις ΗΠΑ φώτισε, με κάθε επισημότητα πια, τον ελέφαντα στο δωμάτιο των φιλελεύθερων δημοκρατιών: την τεράστια ισχύ που έχουν αποκτήσει τα τελευταία χρόνια οι τεχνολογικοί κολοσσοί και κυρίως αυτοί που κατέχουν τα μεγάλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (ΜΚΔ). Μέσω της στενής συμπόρευσής τους πλέον με την ηγεσία των ΗΠΑ και του αλγοριθμικού σχεδιασμού των πλατφορμών τους, συνιστούν μία σοβαρή απειλή για τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Ας δούμε, όμως, εγγύτερα πώς έχουν τα πράγματα:
Ο έλεγχος εξαιρετικά δημοφιλών ΜΚΔ βρίσκεται στα χέρια ολιγαρχών οι οποίοι στηρίζουν σήμερα ανοιχτά τον Τραμπ, καθιστώντας τον ιδιαίτερα ισχυρό, τουλάχιστον προς ώρας – η πραγματικότητα μπορεί να αποδειχθεί αμείλικτη γαρ. Η συνδυαστική επιρροή τεχνολιγαρχίας και τραμπισμού υπερβαίνει ασφαλώς τα εθνικά σύνορα. Ο πολυπράγμων Μασκ, ιδιοκτήτης του Χ, ήδη στηρίζει ευθέως ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες (λ.χ. Γερμανία, Μεγ.Βρετανία).
Ίσως, όμως, η πιο ανησυχητική εξέλιξη των τελευταίων εβδομάδων είναι η απόφαση του Ζάκερμπεργκ, ιδιοκτήτη του Facebook, να τερματίσει, αρχικά στις ΗΠΑ και ενδεχομένως μετά ένα έτος στην Ευρώπη, το πρόγραμμα ελέγχου της αλήθειας των αναρτήσεων (fact-checking). Η σχετική σήμανση-κατάρριψη περί παραπληροφόρησης, πάρα τις προβληματικές πτυχές της, αναχαίτιζε σε κάποιον βαθμό την ευρύτερη διάδοση ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών, ανακλούσε δε και μία αξιακή τοποθέτηση για τη διαβρωτική λειτουργία του ψεύδους σε μία δημοκρατική κοινωνία. Οι σημάνσεις αυτές δεν αποτελούσαν λογοκρισία και δεν οδηγούσαν σε απόσυρση περιεχομένου – σε αντίθεση με τις περιπτώσεις ανάρτησης «επιβλαβούς περιεχομένου» (λ.χ. για παιδιά), όπου η ίδια η πλατφόρμα αποσύρει την ανάρτηση.
Μία επιχείρηση στοχευμένης-μαζικής παραπληροφόρησης μπορεί να έχει σοβαρή επίδραση στα πολιτικά πράγματα μιας χώρας. Άλλωστε, έχουμε και πρόσφατα παραδείγματα προσπάθειας επηρεασμού εκλογικού αποτελέσματος, όπως λ.χ. στη Ρουμανία. Η σχετική απειλή είναι υβριδική και ασύμμετρη: οι τεχνολιγάρχες, ελέγχοντας τους αλγόριθμους των ΜΚΔ που κατέχουν, δύνανται να κατευθύνουν ή να χειραγωγούν ευρείες μάζες πολιτών προς την υιοθέτηση συγκεκριμένων θέσεων, εξτρεμιστικών ή άλλων – που δεν δίνουν, πάντως, λύση στα υπαρκτά τους προβλήματα (λ.χ. ανισότητες, περιθωριοποίηση). Ο αλγόριθμος μπορεί να σχεδιάζεται έτσι, ώστε να ενθαρρύνει κυρίως τη μισαλλοδοξία και τη ριζοσπαστικοποίηση, στοιχεία που λειτουργούν υπονομευτικά για την ομαλή δημοκρατική λειτουργία.
Η ΕΕ οφείλει πλέον να αναλάβει αποφασιστική δράση απέναντι σε τέτοιες πρακτικές χειραγώγησης και παραπληροφόρησης, όπερ φυσικά δεν σημαίνει, από την άλλη, παραγνώριση της σημαντικής συμβολής των ΜΚΔ στη διεύρυνση της ελευθερίας έκφρασης, καθώς και της ανάγκης διαφύλαξης αυτής. Ειδικότερα, όπως ορθά έχει ήδη προταθεί (βλ. Τζ.Ράιαν, στον Guardian της 14.1.25), η ΕΕ θα πρέπει πρωτίστως: (α) να επιταχύνει τις δράσεις της, με βάση τον πρόσφατο Κανονισμό (2022/2065) για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (Digital Services Act, DSA), για την αντιμετώπιση των αλγορίθμων που χειραγωγούν και εκτροχιάζουν τον πολιτικό διάλογοꞏ και (β) να ασκήσει ισχυρή πολιτική πίεση προεχόντως στην Ιρλανδία, προκειμένου αυτή να εφαρμόσει τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων για τις εταιρείες τεχνολογίας που διατηρούν τα ευρωπαϊκά στρατηγεία τους στο έδαφός της (Google, Meta, TikTok κ.ά.). Όπως όλοι γνωρίζουμε πλέον, ο μεγάλος θησαυρός των εταιρειών αυτών είναι τα δεδομένα των χρηστών των ΜΚΔ και η αλγοριθμική επεξεργασία τους: ήτοι τα διαδικτυακά ίχνη που αφήνουμε και η δημιουργία, δυνάμει αυτών, εξατομικευμένων προφίλ (που χρησιμοποιούνται για την εστιασμένη-αποτελεσματική διαφήμιση προϊόντων, την αύξηση της εθιστικής επίδρασης του μέσου, κ.λπ.). Μεταξύ άλλων, ο Γενικός Κανονισμός απαγορεύει, κατ’ αρχήν, πρακτικές επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων, όπως οι πολιτικές πεποιθήσεις ή οι σεξουαλικές προτιμήσεις, εκτός αν έχουμε ρητώς αποδεχθεί μία τέτοια επεξεργασία. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής η Ιρλανδική Αρχή Προστασίας Δεδομένων φαίνεται να καθεύδει, ενώ ούτε η Επιτροπή τής έχει ασκήσει έντονη πίεση προς την παραπάνω κατεύθυνση. Ενθαρρυντικό νέο, πάντως, είναι η πρόσφατη απαίτηση της Επιτροπής έναντι της πλατφόρμας Χ να παραδώσει εσωτερικά έγγραφα σχετικά με τον αλγόριθμο των συστάσεών της.
Εν κατακλείδι, δεν χρειάζεται να εντρυφήσει κανείς στον Καντ για να αντιληφθεί ότι, εάν το ψέμα ή η δυσπιστία επικρατήσουν στον δημόσιο διάλογο, τότε κανείς δεν θα πιστεύει κανέναν, οι δηλώσεις και οι λέξεις θα είναι κενές νοήματος, με απότοκη συνέπεια να κλονιστούν τα θεμέλια της ίδιας της κοινωνικής συμβίωσης.
Βεβαίως, η επιχειρούμενη στις ΗΠΑ και αλλού μετάβαση στον αυταρχικό λαϊκισμό και τη «μετα-αλήθεια» περιβάλλεται συχνά με το ένδυμα-πρόταγμα της αποκατάστασης της ελευθερίας, κυρίως του λόγου. Καθώς φαίνεται, ωστόσο, το πρόταγμα αυτό αποτελεί ένα περίτεχνο προπέτασμα για την επιβολή αυταρχικών πρακτικών και πολιτικών περιοριστικών της ελευθερίας.
[Δημοσιεύτηκε στην εφημ. Το Βήμα της Κυριακής 26.1.25, Νέες Εποχές σ. 4-5]