Πολιτικές εκτιμήσεις και η ηχώ του δωματίου μας

Οι πρόσφατες εκλογές στο Ηνωμένο Βασίλειο επέτρεψαν την εξαγωγή διαφόρων συμπερασμάτων, που έχουν ήδη συζητηθεί ευρέως. Ίσως το κρισιμότερο όλων είναι ότι το εκλογικό αποτέλεσμα επιβεβαιώνει την ευρεία πολιτική διείσδυση των Τόρις σε ομάδες πληθυσμού χαμηλού εισοδήματος, για τις οποίες η ιδέα της ΕΕ δεν είναι τόσο ελκυστική – όπως το ίδιο ισχύει παραδοσιακά και για ένα τμήμα της βρετανικής ελίτ. Παραδόξως, το συντηρητικό κόμμα κέρδισε σημαντικό ποσοστό των ψηφοφόρων που αισθάνονται περιθωριοποιημένοι και βιώνουν τις συνέπειες της (μακροχρόνιας) φτώχειας και των κοινωνικο-οικονομικών ανισοτήτων. Mε αιχμή του δόρατος την υλοποίηση του Brexit, ο δημαγωγός Μπόρις Τζόνσον κατήγαγε μία εκλογική νίκη τέτοιας εκτάσεως, που λίγοι ανέμεναν πριν από μερικούς μήνες.  

Η επόμενη κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση θα διεξαχθεί, βεβαίως, στις ΗΠΑ. Οι απαράδεκτες πολιτικές μεθοδεύσεις του προέδρου Τραμπ δεν φαίνεται να του έχουν κοστίσει σοβαρά. Ούτε η διαδικασία καθαίρεσής του μοιάζει ικανή να του καταφέρει σημαντικό πλήγμα· τουναντίον, ενδέχεται και να τον ευνοήσει, παρουσιάζοντάς τον σαν θύμα μιας πολιτικής συνωμοσίας. Η μόνιμη αλαζονεία του και η συχνή αναμόχλευση των χαμηλότερων ενστίκτων του εκλογικού σώματος δεν απωθούν τον βασικό κορμό των υποστηρικτών του, ενώ συγχρόνως ανατροφοδοτούν τον βαθύ διχασμό που σοβεί στην αμερικανική κοινωνία. Η κομματική βάση του Ρεπουμπλικανικού κόμματος στηρίζει τον Τραμπ κυρίως λόγω της περικοπής των φόρων, της ενίσχυσης του προστατευτισμού στο διεθνές εμπόριο και της αντίθεσής του στη μετανάστευση. Επίσης, το κοινό του μοιάζει να απολαμβάνει ιδιαίτερα τις σφοδρές επιθέσεις του σε Ευρώπη και Κίνα. Πρόσφατα δε, τα πυρά του Τραμπ στράφηκαν ακόμη και κατά των (γερμανικής και κινεζικής προέλευσης…) ανεμογεννητριών – με επιχειρήματα, μάλιστα, παρόμοια με εκείνα που δυστυχώς ακούμε ενίοτε και στη χώρα μας. Μολαταύτα, ο πρόεδρος αυτός, που εκστομίζει ένα σωρό ανακρίβειες και χυδαιότητες, βρίσκεται πλέον πολύ κοντά στην επανεκλογή του.

Από την άλλη πλευρά, οι Δημοκρατικοί φαίνεται να πιστεύουν ότι η διαδικασία της παραπομπής του προέδρου θα τον φθείρει πολιτικά, μολονότι θα ολοκληρωθεί γρήγορα και κατά πάσα πιθανότητα δεν θα οδηγήσει στην καθαίρεσή του. Το πολιτικό δε στίγμα τους παραμένει κάπως ασαφές, ενώ δεν διαφαίνεται κάποιος χαρισματικός υποψήφιος για τη διεκδίκηση της προεδρίας (πλην ίσως του φερέλπιδος Πιτ Μπούτετζετζ, που δεν έχει όμως σοβαρές πιθανότητες να πάρει το χρίσμα). Η κεντρική θέση περί αυξημένης φορολόγησης των υψηλότερων εισοδημάτων και, έτσι, επίτευξης μιας ευρείας αναδιανομής πλούτου είναι ορθή. Συγχρόνως, ωστόσο, στο Δημοκρατικό κόμμα κάποιοι επιμένουν στην υποστήριξη θέσεων που αντιστρατεύονται βασικές αρχές του αμερικανικού φιλελευθερισμού, όπως είναι λ.χ. η υιοθέτηση ακραίων εκφάνσεων της πολιτικής ορθότητας και της συναφούς λογικής των «ασφαλών χώρων» (safe spaces), που συχνά υπονομεύουν την –ιερή στις ΗΠΑ– ελευθερία της έκφρασης. Η έκταση που λαμβάνει, τελευταία, το εν λόγω φαινόμενο ιδίως στα αμερικανικά πανεπιστήμια δεν είναι αμελητέα και ανησυχεί έντονα –και δικαίως– ένα τμήμα παραδοσιακά φιλελεύθερων (και όχι ακραίων) ψηφοφόρων.

Η ηχώ του δωματίου μας

Ομολογουμένως, είναι εν γένει δύσκολο να διαγνώσει κανείς εγκαίρως τις κοινωνικο-πολιτικές διεργασίες, να διαβάσει σωστά τις πολιτικές εξελίξεις· οι πολιτικές δε προβλέψεις είναι εκ φύσεως επισφαλείς. Όσοι (λίγοι) μπορούν να διαβάζουν καλά τις τάσεις του εκλογικού σώματος, συνήθως βρίσκονται στο επιτελείο ενός κόμματος που κερδίζει τις εκλογές (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο ικανός όσο και αδίστακτος Ντόμινικ Κάμινγκς, σύμβουλος πολιτικής στρατηγικής και αρχιτέκτονας της νικηφόρας πορείας του Τζόνσον).

Οι πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων έτων, σε διάφορες χώρες, έχουν φανερώσει την αδυναμία πολλών διεθνών (και εγχώριων βεβαίως) αναλυτών να πιάσουν τον πραγματικό σφυγμό της κοινωνίας. Πέραν της αντικειμενικής δυσκολίας του εγχειρήματος, που αναφέρθηκε προηγουμένως, καθοριστικό ρόλο εδώ διαδραματίζει η παραπλανητική ηχώ ενός περίκλειστου, αυτοαναφορικού δωματίου, στο οποίο πολλοί αναλυτές και πολίτες παγιδεύονται ανεπαισθήτως (echo chamber). Η παγίδευση αυτή προκαλείται κυρίως από την επιλογή μας να εκτιθέμεθα σε συγκεκριμένες πηγές ενημέρωσης, διαδικτυακές και έντυπες, ειδικότερα δε σε πληροφορίες που κατά κανόνα επιβεβαιώνουν τις μέχρι πρότινος απόψεις ή πεποιθήσεις μας (confirmation bias). Συναφώς, η παγίδευση επιτείνεται από την έκθεσή μας σε συζητήσεις μόνον με ομοδεϊάτες μας ή με άτομα που βρίσκονται στην ίδια κοινωνικο-οικονομική κατάσταση. Προφανώς, το φαινόμενο αυτό του πληροφοριακού εγκλεισμού είναι εντονότερο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ευρύτερα στον κόσμο του Διαδικτύου. Εκεί, μάλιστα, η επιλεκτική μας πληροφόρηση (ετερο)καθορίζεται μέσα από μία αλγοριθμική επεξεργασία των προηγούμενων διαδικτυακών αποτυπωμάτων και προτιμήσεών μας.

Δεν υποστηρίζω ασφαλώς ότι, για να αντιληφθεί κανείς τις κοινωνικο-πολιτικές εξελίξεις, θα πρέπει να κοιμάται κάτω από μία γέφυρα του Σηκουάνα, αλλ’ απλώς ότι η επιλεκτική έκθεση σε πληροφορίες και απόψεις προκαλεί μία σοβαρή αδυναμία κατανόησης της πραγματικότητας. Καταλήγουμε, εν τέλει, να προβάλλουμε συχνά ως πολιτική πραγματικότητα τους ευσεβείς πολιτικούς μας πόθους, τους οποίους μοιραζόμαστε με μία κλειστή κοινότητα ομοϊδεατών, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε τι συμβαίνει εκτός αυτής της βολικής και ασφαλούς «επικράτειας».

Και ποια είναι η διέξοδος; Κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει πρωτίστως να μην φοβόμαστε να εκτεθούμε στην αντίθετη άποψη, θέαση ή πληροφορία, εγκαταλείποντας έτσι μία αφ’ υψηλού και εκ προοιμίου απαξιωτική θεώρηση της αντίθετης άποψης και των φορέων της. Η έκθεση αυτή μπορεί, φυσικά, να σημαίνει και σφοδρή αντιπαράθεση με τις αντίθετες απόψεις ή θεάσεις, σε ένα πλαίσιο αταλάντευτης υπεράσπισης των θεσμών και των βασικών αρχών του πολιτικού φιλελευθερισμού, καθώς επίσης και σταθερής αντίθεσης στον λαϊκισμό και τα τοξικά παράγωγά του. Θα πρέπει όμως, παράλληλα, να έχουμε τη διάθεση ακόμη και να αναθεωρήσουμε κάποια θέση μας, έστω και αν η αναθεώρηση αυτή σημαίνει αποδοχή της θέσης ενός «μισητού» μας πολιτικού αντιπάλου – φιλτάτη γαρ η αλήθεια.

Παραφράζοντας τον μεγάλο ψυχολόγο Κερτ Λιούιν (Kurt Lewin), θα μπορούσαμε να πούμε ότι, αν θέλουμε πραγματικά να κατανοήσουμε την σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα, πρέπει να προσπαθήσουμε να την αλλάξουμε. Στη δύσκολη αυτή πορεία ενδέχεται να μεταβάλουμε κάποιες επιμέρους θέσεις μας, όχι όμως τις αρχές και αξίες μας.                                   

                                                     *Δημοσιεύθηκε στα Νέα της 28.12.2019, σ 51.