Η ενισχυμένη εποπτεία και το νέο διακύβευμα

Μία ημέρα μόλις μετά το πρωθυπουργικό διάγγελμα περί «εξόδου από τα μνημόνια» δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ η Απόφαση 2018/1192 της Επιτροπής, με την οποία η Ελλάδα υπήχθη σε καθεστώς «ενισχυμένης εποπτείας» (επί τη βάσει του Κανονισμού 472/2013), συγχρόνως δε αποφασίσθηκε η λήξη της χρηματοδοτικής συνδρομής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Όλα αυτά, μάλιστα, έγιναν με τη σύμφωνη γνώμη της Ελληνικής Κυβερνήσεως.

Η Απόφαση περιγράφει εναργώς την οικονομική και δημοσιονομική πορεία της χώρας από το 2010 και μετά. Δεν λείπουν, πάντως, και κάποιες ανακρίβειες, όπως η παράλειψη αναφοράς της εξόδου της χώρας μας στις αγορές τον Απρίλιο και τον Ιούλιο του 2014 – αναφέρεται μόνον η έξοδος του Ιουλίου του 2017.

Στην Απόφαση αναγνωρίζονται τα θετικά βήματα που έχουν γίνει από το 2010 μέχρι σήμερα. Ωστόσο, τα σοβαρά προβλήματα παραμένουν και επισημαίνονται με σαφήνεια. Ενδεικτικά:

Το δημόσιο χρέος κινήθηκε στο 178,6% του ΑΕΠ στα τέλη του 2017. Η ανεργία παραμένει υψηλή, υπερβαίνοντας το 20%· ιδίως δε η ανεργία των νέων κινείται ακόμη σε πολύ υψηλά επίπεδα (43,8% τον Μάρτιο του 2018). Όσο για το επιχειρηματικό περιβάλλον, αυτό χρειάζεται σημαντική περαιτέρω βελτίωση, καθώς η Ελλάδα υστερεί πολύ σε τομείς που επηρεάζουν τις επενδύσεις: εδώ αναφέρονται βασικές παθογένειες, όπως η καθυστέρηση στην εκτέλεση των συμβάσεων –που συνδέεται με τις καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης– και η ασθμαίνουσα κτηματογράφηση.     

Μνεία γίνεται ασφαλώς και στο τραπεζικό σύστημα. Στα τέλη Μαρτίου του 2018, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ξεπερνούσαν τα 92,4 δισ. ευρώ. Επίσης, ισχύουν ακόμη οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων –κληρονομιά του καταστροφικού α’ εξαμήνου του 2015–, που παρά τη χαλάρωσή τους παραμένουν τροχοπέδη για τις συναλλαγές.

Και βεβαίως, η χώρα μας εξακολουθεί να αντιμετωπίζει το μείζον πρόβλημα της πρόσβασης στις αγορές ομολόγων, που μαζί με την αναιμική ανάπτυξη (1,4% το 2017) και την υψηλή ανεργία αποτελούν τις μεγαλύτερες προκλήσεις της επόμενης ημέρας.

Η Ελλάδα θα φέρει και στο μέλλον σειρά σημαντικών δεσμεύσεων. Προεχόντως, θα πρέπει να συνεχίσει όλες τις βασικές μεταρρυθμίσεις που εγκρίθηκαν στο πλαίσιο της χρηματοδοτικής συνδρομής του ESM. Η χώρα μας έχει επίσης δεσμευθεί, βάσει της συμφωνίας της Ευρωομάδας της 22.6.2018, να εφαρμόσει ειδικές δράσεις, μεταξύ άλλων, στους τομείς των αγορών εργασίας και προϊόντων, των ιδιωτικοποιήσεων και της δημόσιας διοίκησης. Για την υλοποίηση των δράσεων αυτών, θα συνεχίσει να λαμβάνει από την ΕΕ –και το ΔΝΤ– «τεχνική στήριξη».

Εν κατακλείδι: Το νέο καθεστώς επιτήρησης στο οποίο εισήλθαμε πλέον δεν διαφέρει πολύ από το προηγούμενο. Οι μόνες ουσιαστικές διαφορές είναι η έλλειψη χρηματοδότησης και η περιέλευση του συνόλου σχεδόν του ελέγχου στα χέρια του ESM και της Επιτροπής. Η αυστηρή επιτήρηση θα συνεχισθεί, με εφαρμογή δημοσιονομικού προγράμματος, τακτικούς ελέγχους, αλλά και έκφραση γνώμης της Επιτροπής ακόμη και επί του σχεδίου προϋπολογισμού.

Οι πολιτικές δυνάμεις έχουν χρέος να μιλήσουν ανοιχτά για το πλαίσιο αυτό δεσμεύσεων και να προτείνουν εθνικές πολιτικές που θα βαίνουν πέραν των δεσμεύσεων αυτών και θα εστιάζουν προπάντων στη δραστική αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης και την καταπολέμηση της ανεργίας. Εθνικός στόχος δεν μπορεί να είναι απλώς η συνεπής αποπληρωμή των δανείων, αλλά η δημιουργία των όρων για βιώσιμη οικονομική ευημερία.

 *Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή της 28.8.2018, σ. 13.