Μη κρατικά ΑΕΙ και πλαίσιο λειτουργίας

Το ενδεχόμενο ίδρυσης μη κρατικών-ιδιωτικών ΑΕΙ στη χώρα μας, κατόπιν αναθεώρησης του άρ. 16 Συντ., έχει σαφώς μακρύ χρονικό ορίζοντα. Ωστόσο, θέτει ήδη από τώρα κάποια σοβαρά ρυθμιστικά ζητήματα, που καλό είναι να αρχίσουν ήδη να συζητούνται, ώστε να γνωρίζουμε πού ακριβώς βαδίζουμε και ποιο είναι το πλαίσιο συμφωνίας-συναίνεσης των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων του τόπου. Πρώτο και κύριο ζήτημα είναι το πιθανό θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ιδιωτικών ΑΕΙ. Στις γραμμές που ακολουθούν διατυπώνονται κάποιες πρώτες σχετικές σκέψεις:

 Ο κρατικός έλεγχος των ιδιωτικών ΑΕΙ θα μπορούσε να διαρθρώνεται σε τρία επίπεδα, κατά το αυστηρό ρυθμιστικό πρότυπο που ισχύει εδώ και δεκαετίες σε άλλες χώρες, όπως στη Γερμανία. Βασική επιδίωξη θα πρέπει να είναι η διασφάλιση όρων ισότιμης, κατά βάσιν, συμβίωσης μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού πυλώνα της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, όπερ σημαίνει ότι για αμφότερους τους πυλώνες θα πρέπει κατ’ αρχήν να ισχύουν οι ίδιοι βασικοί κανόνες λειτουργίας. Οι κανόνες δε αυτοί θα αποσκοπούν πρωτίστως στην παροχή σπουδών υψηλής ποιοτικής στάθμης. Διαφορετικά, ελλοχεύουν σοβαροί κίνδυνοι για την ποιότητα της ανώτατης εκπαίδευσης συνολικά.

Η προτεινόμενη εδώ εποπτεία τριών επιπέδων θα μπορούσε να διαμορφωθεί ως εξής:

1ο επίπεδο – κρατική αναγνώριση

Με την πράξη της κρατικής αναγνώρισης ένα ιδιωτικό ΑΕΙ θα εντάσσεται στον πανεπιστημιακό χάρτη δίπλα στα δημόσια ΑΕΙ. Στο στάδιο αυτό θα εξετάζεται αν συντρέχουν βασικές προϋποθέσεις αξιόπιστης και βιώσιμης λειτουργίας του ιδιωτικού ιδρύματος και, εφόσον η κρίση είναι θετική, θα παρέχεται η άδεια ίδρυσης. Η αρμοδιότητα για τον βασικό αυτόν έλεγχο θα μπορούσε να ανατεθεί είτε σε μόνη την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) είτε, καλύτερα, σε κάποια μικτή Αρχή-Επιτροπή, με συμμετοχή της ΕΘΑΑΕ και στελεχών του Υπουργείου Παιδείας ή/και πανεπιστημιακών.   

Ειδικότερα, στον υποβαλλόμενο προς κρίση φάκελο θα πρέπει να αναφέρονται-περιέχονται: τα προτεινόμενα Προγράμματα Σπουδών (ΠΣ), ο τρόπος παροχής του διδακτικού και ερευνητικού έργου, η εξεταστική διαδικασία, τα σχετικά με το προσωπικό (διδακτικό και διοικητικό) και ιδίως οι όροι πρόσληψης και απασχόλησής του, ο οργανισμός λειτουργίας του ΑΕΙ (οργανωτική δομή, αρμοδιότητες οργάνων, κοκ), οι αναγκαίες κτηριακές υποδομές, τυχόν συνεργασίες με δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς (λ.χ. αλλοδαπά ΑΕΙ), ένα αναλυτικό –τουλάχιστον πενταετές– σχέδιο χρηματοδότησης, κ.ά. 

Όλες οι προϋποθέσεις αναγνώρισης θα περιγράφονται σαφώς στο σχετικό νομοθετικό πλαίσιο. Το πλαίσιο αυτό, όμως, θα πρέπει συγχρόνως να προβλέπει και κάποια περιθώρια αυτονομίας και ευελιξίας για τα ιδιωτικά ΑΕΙ: λ.χ. δυνατότητα επιβολής διδάκτρων, πρόβλεψη για ιδιαίτερες μορφές επιστημονικής απασχόλησης με τη δημιουργία εδρών αριστείας ή θέσεων επισκεπτών καθηγητών, ελευθερία καθορισμού-διαπραγμάτευσης του ύψους των αποδοχών των διδασκόντων, κ.λπ. Έτσι, θα γίνει σεβαστός ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και ιδίως η ανάγκη εύρεσης ιδιωτικών πόρων, που έχει νευραλγική σημασία για τη βιωσιμότητα ενός ιδιωτικού ΑΕΙ. 

Πάντως, για την εισαγωγή στα ιδιωτικά ΑΕΙ καλό είναι να ισχύουν τα ίδια κριτήρια εισαγωγής με τα δημόσια ΑΕΙ, ενδεχομένως με την υιοθέτηση του περίφημου «Εθνικού Απολυτηρίου», το οποίο θα μπορούσε να δίνει τη δυνατότητα εισόδου και στις δύο κατηγορίες ΑΕΙ. Στο ίδιο πνεύμα, τα προσόντα και οι διαδικασίες για την επιλογή και εξέλιξη των διδασκόντων στα ιδιωτικά ΑΕΙ θα πρέπει να είναι κατ’ αρχήν όμοια με εκείνα που ισχύουν για τα δημόσια ΑΕΙ.

Κατά κανόνα, και τα ιδιωτικά ΑΕΙ, όπως αντιστοίχως τα δημόσια ΑΕΙ, θα πρέπει να προσφέρουν πολλαπλά ΠΣ. Κατ’ εξαίρεση, ωστόσο, μπορεί να επιτρέπεται και η ίδρυση μονοθεματικών ιδιωτικών ΑΕΙ, εφόσον αυτό δικαιολογείται επαρκώς, κυρίως δε από την αυτοτέλεια-συνοχή του προτεινόμενου επιστημονικού αντικειμένου (λ.χ. ίδρυση αυτοτελούς Ιατρικής Σχολής).

2ο επίπεδο – πιστοποίηση των προτεινόμενων ΠΣ

Για την έναρξη της εκπαιδευτικής λειτουργίας θα απαιτείται και η εξιδιασμένη αξιολόγηση-πιστοποίηση των προτεινόμενων ΠΣ (είτε προπτυχιακών είτε μεταπτυχιακών) από την ΕΘΑΑΕ, έτσι ώστε να διασφαλίζεται προεχόντως ότι τα προσφερόμενα από το ιδιωτικό ΑΕΙ ΠΣ θα ανταποκρίνονται κατά περιεχόμενο σε εγχώρια και διεθνή standards. 

3ο επίπεδο – διασφάλιση και πιστοποίηση ποιότητας

Μετά κάποια έτη λειτουργίας (λ.χ. μετά την πρώτη τριετία) και στη συνέχεια ανά τακτά χρονικά διαστήματα (λ.χ. ανά πενταετία), θα εξετάζεται από την ΕΘΑΑΕ η ικανοποίηση συγκεκριμένων ποιοτικών κριτηρίων στη διδασκαλία και την έρευνα, καθώς και αν υφίστανται οι αναγκαίοι προς τούτο πόροι και οι υποδομές. Κατά βάσιν, η αξιολόγηση αυτή θα είναι παρόμοια με εκείνην που ήδη εφαρμόζεται στα δημόσια ΑΕΙ. Θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, μία έκθεση αυτοαξιολόγησης του ιδιωτικού ΑΕΙ, την επίσκεψη ομάδας εξωτερικών αξιολογητών που θα ορίζονται από την ΕΘΑΑΕ και την εν συνεχεία σύνταξη έκθεσης αξιολόγησης, όπου θα λαμβάνεται υπόψη σειρά επιμέρους κριτηρίων αξιολόγησης (λ.χ. ποιότητα προσφερόμενων ΠΣ, παραχθέν επιστημονικό έργο, διεθνείς διακρίσεις και συνεργασίες, εφαρμογή πολιτικών αποφυγής διακρίσεων και ισότητας φύλων, κοκ) και θα διατυπώνονται συγκεκριμένες προτάσεις ή συστάσεις.

Αυτονόητο είναι ότι και στα ιδιωτικά ΑΕΙ, όπως στα δημόσια, θα πρέπει να λειτουργούν Μονάδες Διασφάλισης Ποιότητας, για λόγους εσωτερικής αξιολόγησης και συνεργασίας με την ΕΘΑΑΕ.    

Καταληκτικές παρατηρήσεις

Προφανώς, με τις παραπάνω σκέψεις δεν εξαντλείται η όλη προβληματική· υπάρχουν ένα σωρό άλλα επιμέρους ζητήματα που θα πρέπει να συζητηθούν. Εν γένει, πάντως, η χώρα μας θα πρέπει να ακολουθήσει τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές, καθώς προέχει η παροχή ποιοτικών εκπαιδευτικών υπηρεσιών, και όχι ένα άκριτο «άνοιγμα της αγοράς». Ακόμη όμως και υπό ένα αυστηρό θεσμικό καθεστώς λειτουργίας, τα ιδιωτικά ΑΕΙ θα πρέπει να απολαμβάνουν κάποια περιθώρια αυτονομίας, ώστε να έχουν νόημα ύπαρξης, να μπορούν να εξασφαλίζουν την οικονομική βιωσιμότητά τους και, τέλος, να λειτουργούν ως στοιχείο ευγενούς άμιλλας σε σχέση τα δημόσια ΑΕΙ, κυρίως εισάγοντας θετικές καινοτομίες που θα μπορούσαν εν συνεχεία να υιοθετηθούν από τα τελευταία. 

[Δημοσιεύτηκε στην εφημ. Η Καθημερινή της 18.8.2023]