Κυβερνητικές εξαγγελίες και αναμέτρηση με την πραγματικότητα

Στις εκλογές του Ιουνίου, οι πολίτες έδωσαν στον Πρωθυπουργό εκείνο που αυτός επίμονα ζητούσε: μία ισχυρή αυτοδυναμία, για να έχει ελευθερία κινήσεων, να μπορεί να προωθήσει γρήγορα και χωρίς συμβιβασμούς μεταρρυθμιστικές και άλλες πολιτικές. Τους πολίτες ενδιέφερε πρωτίστως η επίλυση των προβλημάτων τους, και όχι τόσο η τήρηση ισορροπιών. 

Ωστόσο, αμέσως μετά τις εκλογές προέκυψε ένα από τα πολυπληθέστερα κυβερνητικά σχήματα της μεταπολίτευσης, που μαρτυρούσε ήδη σειρά διευθετήσεων και συμβιβασμών, δυστυχώς ακόμη και σε νευραλγικής σημασίας υπουργεία. Και οι επιλογές αυτές προσώπων, που μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες για τον τόπο, βαρύνουν προσωπικά τον Πρωθυπουργό. Και αυτό ισχύει πολύ περισσότερο σε ένα σύστημα απόλυτα συγκεντρωτικής διακυβέρνησης που ο ίδιος έχει προκρίνει. Όπως λένε και οι Αμερικανοί, η ευθύνη τελικά φτάνει και σταματάει στον ίδιο: the buck stops here. 

Ακόμη δε και αν υποθέσουμε ότι ο ίδιος δίνει τους πληρέστερους μπλε φακέλους και εποπτεύει άμεσα τα 63 μέλη της Κυβέρνησης, και πάλι τα πρόσωπα υπουργών και υφυπουργών έχουν μεγάλη σημασία, καθώς είναι εκείνοι που εφαρμόζουν καθημερινά τις πολιτικές και λαμβάνουν τις επιμέρους αποφάσεις. Αν είναι ανεπαρκείς ή ανίκανοι, η χώρα θα το πληρώσει. 

Επιπλέον, παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις όλα αυτά τα χρόνια διακυβέρνησης από τη ΝΔ, απουσιάζει σε αρκετά πεδία της κυβερνητικής δράσης μία πραγματικά τεχνοκρατική προσέγγιση των πραγμάτων. Και όταν αυτό γίνεται φανερό, το κενό επιχειρείται να καλυφθεί με μία ισχυρή επικοινωνιακή διαχείριση. Αυτό ναι μεν μπορεί να πετυχαίνει ορισμένες φορές, αλλά κάποια στιγμή το πρόβλημα δεν καλύπτεται επικοινωνιακά. 

Χαρακτηριστικό, εν προκειμένω, είναι το αδιανόητο περιστατικό στη Νέα Αγχίαλο, όπου είχαμε μία πρωτοφανή έκρηξη σε αποθήκες πυρομαχικών ενός από τα σημαντικότερα πολεμικά αεροδρόμια της χώρας, και δη από μία πυρκαγιά που έκαιγε στην περιοχή ήδη επί δύο εικοσιτετράωρα. Το περιστατικό θα εξεταστεί από τους ειδικούς. Αλλά το ευρύτερο ζήτημα είναι τι έχει γίνει εδώ και καιρό σε επίπεδο πολιτικής προστασίας, όταν μετά βαΐων και κλάδων εξαγγέλλονταν πριν από δύο χρόνια νέες δομές, χρήση προηγμένων τεχνολογιών για την πρόληψη ή αναχαίτιση πυρκαγιών και άλλων καταστροφικών φαινομένων, προγράμματα ύψους 1,7 δισ. ευρώ, κ.λπ. Η τεχνοκρατική προσέγγιση θα επέβαλλε μία ανά τακτά διαστήματα επαναξιολόγηση των σχετικών δράσεων από σοβαρές επιστημονικές επιτροπές και εκπροσώπους των σωμάτων ασφαλείας, που θα εξέταζαν τι πήγε καλά και τι άσχημα σε κάθε επιμέρους δράση αλλά και στον συνολικό σχεδιασμό, θα επεξεργάζονταν συγκεκριμένα δεδομένα και ανατροφοδότηση, θα εισηγούνταν μεταβολή πορείας όπου κρινόταν αναγκαίο, θα πρότειναν ευρύτερες δράσεις για την κλιματική αλλαγή κοκ. Αντ’ αυτών, ακούσαμε εκ νέου εξαγγελίες περί αυστηρής δίωξης των εμπρηστών, που μας πηγαίνουν δεκαετίες πίσω. Η αβίαστη δε απόδοση της συντριπτικής ευθύνης σε εμπρηστές και την απρόσωπη κλιματική κρίση ηχεί ρηχή, μη πειστική, έως και προκλητική ενόψει των δραματικών γεγονότων των τελευταίων ημερών.      

Η κυβερνητική παράταξη δεν είναι καινούρια στη διακυβέρνηση του τόπου, για να πρέπει να μαθαίνει κάθε φορά από ένα τραγικό συμβάν ποια είναι η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης και πώς μπορούν να βελτιωθούν τα πράγματα σε επιμέρους τομείς. Ο νυν δε Πρωθυπουργός βρίσκεται ήδη στον πέμπτο χρόνο της πρωθυπουργίας του. Το μαξιλάρι της επικοινωνιακής διαχείρισης συχνά μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα επικίνδυνο. Δημιουργεί συνθήκες επανάπαυσης και αποκρύπτει την αμείλικτη πραγματικότητα. Επανειλημμένες πανηγυρικές μεταρρυθμιστικές εξαγγελίες αποφέρουν εν τέλει ισχνά έως μηδαμινά αποτελέσματα (λ.χ. σε σχέση με την πάταξη φαινομένων ανομίας ή διαφθοράς, τη διαλεύκανση σοβαρών υποθέσεων όπως οι παρακολουθήσεις ή οι επαναπροωθήσεις, κ.ά.). Τώρα δε που έφυγε από το προσκήνιο το φάσμα της επανάκαμψης του ΣΥΡΙΖΑ και του Α.Τσίπρα στην εξουσία, που «ήσαν μία κάποια λύσις», η κυβέρνηση έχει μείνει μόνη αντιμέτωπη με τα σοβαρά προβλήματα της χώρας. Και στο εξής, ο κυβερνητικός λόγος θα αναμετρείται ευθέως με την πραγματικότητα, χωρίς περίοδο χάριτος.

[Δημοσιεύτηκε στην εφημ. Τα Νέα της 1.8.2023]